ραδιοπηγή

ραδιοπηγή
(Αστρον.). Περιοχή του ουρανού, από την οποία αποστέλλονται ραδιοκύματα. Περιοχές του είδους έχουν επισημανθεί με τα ραδιοτηλεσκόπια κατά χιλιάδες στον ουρανό. Οι περισσότερες ρ. εκπέμπουν στα 21,2 εκ. μήκους κύματος, μήκος με το οποίο επισημαίνεται η ακτινοβολία του ουδέτερου υδρογόνου. Η ρ. λέγεται και πάλσαρ. Νεφέλωμα από το οποία απεστέλλονται ραδιοκύματα (φωτ. NASA, earth.jsc.nasa.gov)
* * *
η, Ν
αστρον. καθένα από τα διάφορα αντικείμενα τού Σύμπαντος τα οποία εκπέμπουν μεγάλες, σχετικά, ποσότητες ραδιοκυμάτων που λαμβάνονται με τα ραδιοτηλεσκόπια, αλλ. ραδιοαστρονομική πηγή.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά ως προς το α' και απόδοση ως προς το β' συνθετικό λ., πρβλ. αγγλ. radio source (βλ. λ. ρaδιο-)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • μεταβλητή ραδιοπηγή — Πρόκειται για ραδιοπηγή (πηγή ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας) της οποίας οι μετρήσιμες παράμετροι (ιδιαίτερα η πυκνότητα ροής) μεταβάλλονται με τον χρόνο. Πολλές εξωγαλαξιακές ραδιοπηγές που έχουν παρατηρηθεί σε συχνότητες πάνω από 400 μεγαχέρτς… …   Dictionary of Greek

  • ραδιοαστέρας — ο, Ν αστρον. όρος που χρησιμοποιείται συχνά για να χαρακτηρίσει μια σημειακή ραδιοπηγή, χωρίς απαραίτητα να σημαίνει ότι πρόκειται για αστέρα, ή μια γνωστή πηγή ραδιοκυμάτων, όπως είναι λ.χ. ο Ήλιος. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά ως προς τα α και απόδοση ως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”